στο λεξικό PONS
Ab·was·ser·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Son·der·be·hand·lung ΟΥΣ θηλ
Teil·wei·ter·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Wei·ter·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
In·län·der·be·hand·lung ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ
Dau·er·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΙΑΤΡ
Vor·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Kor·rek·tur·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ab·fall·be·hand·lung ΟΥΣ θηλ
1. Abfallbehandlung (Industriezweig):
2. Abfallbehandlung (Tätigkeit):
Rheu·ma·be·hand·lung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Gleichbehandlung ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Zollbehandlung ΟΥΣ θηλ ΕΜΠΌΡ
Handlungsfähigkeit ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Verhandlungsstärke ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Zuwiderhandlung ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Handlungsvollmacht ΟΥΣ θηλ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Handlungsbedarf ΟΥΣ αρσ CTRL
Verhandlungskosten ΟΥΣ πλ CTRL
Verhandlungsmacht ΟΥΣ θηλ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Faschismus
 - Faschist
 - faschistisch
 - faschistoid
 - Fase
 - faserbehandlung
 - Faserhanf
 - faserig
 - fasern
 - Faserrichtung
 - Faserrohstoff