στο λεξικό PONS
Rück·stand1 <-(e)s-(e)s, -stände> ΟΥΣ αρσ
1. Rückstand (Zurückbleiben hinter der Norm):
2. Rückstand πλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ (fällige Beträge):
3. Rückstand ΑΘΛ (Zurückliegen in der Wertung):
-
- Rückstand αρσ <-(e)s>
-
- ungelöster Rückstand
-
- Rückstand αρσ <-(e)s, -stände>
-
- Rückstand αρσ <-(e)s, -stände>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
-
- Rückstand αρσ
Ορολογία βιολογίας της Ernst Klett Sprachen
-
- Rückstand
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.