στο λεξικό PONS
Mel·dung <-, -en> ΟΥΣ θηλ
1. Meldung (Nachricht):
2. Meldung ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ (offizielle Mitteilung):
3. Meldung ΑΘΛ (Anmeldung):
- Meldung
-
- eine unwidersprochene Meldung
-
- eine Meldung durchgeben
-
-
- Meldung θηλ <-, -en>
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Ad-hoc-Meldung ΕΠΊΘ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.