Krebs2 <-es, -e> [kre:ps] ΟΥΣ αρσ
1. Krebs ΙΑΤΡ (Tumor):
krebs·er·re·gend, Krebs er·re·gend ΕΠΊΘ
krebs·hem·mend, Krebs hem·mend ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.