Oxford Spanish Dictionary
I. custom [αμερικ ˈkəstəm, βρετ ˈkʌstəm] ΟΥΣ
1.1. custom C or U (convention, tradition):
1.2. custom C (habit):
2. custom U (patronage) esp βρετ :
3.1. custom <customs, pl > (organization, place):
I. official [αμερικ əˈfɪʃəl, βρετ əˈfɪʃ(ə)l] ΕΠΊΘ
II. official [αμερικ əˈfɪʃəl, βρετ əˈfɪʃ(ə)l] ΟΥΣ
στο λεξικό PONS
custom [ˈkʌstəm] ΟΥΣ
1. custom (tradition):
2. custom ΝΟΜ:
custom [ˈkʌs·təm] ΟΥΣ
1. custom (tradition):
2. custom ΝΟΜ:
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.