στο λεξικό PONS
Com·mu·nity leg·is·ˈla·tion ΟΥΣ ΝΟΜ
- Community legislation
-
en·abling leg·is·ˈla·tion ΟΥΣ ΠΟΛΙΤ
- enabling legislation
- Ermächtigungsgesetze ουδπλ
anti-ˈtrust leg·is·la·tion ΟΥΣ no pl
employment legislation ΟΥΣ
- employment legislation ΝΟΜ
-
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
taxation legislation ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
- taxation legislation
-
change in legislation ΟΥΣ ΚΡΆΤΟς
-
- Rechtsänderung θηλ
anti-trust legislation ΟΥΣ ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.