στο λεξικό PONS
eco·nom·ic ˈfore·cast ΟΥΣ
eco·nom·ic [ˌi:kəˈnɒmɪk, αμερικ -ˈnɑ:m-] ΕΠΊΘ
1. economic προσδιορ, αμετάβλ ΠΟΛΙΤ, ΟΙΚΟΝ:
2. economic (profitable):
I. fore·cast [ˈfɔ:kɑ:st, αμερικ ˈfɔ:rkæst] ΟΥΣ
II. fore·cast <-cast [or -casted], -cast [or -casted]> [ˈfɔ:kɑ:st, αμερικ ˈfɔ:rkæst] ΡΉΜΑ μεταβ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
economic forecast ΟΥΣ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
forecast ΡΉΜΑ μεταβ CTRL
forecast ΕΠΊΘ CTRL
economic ΕΠΊΘ ΚΡΆΤΟς
economic ΕΠΊΘ ΑΓΟΡ-ΣΥΝΑΓ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
forecast ΠΡΟΤΥΠΟΠ, ΑΞΙΟΛΌΓ
| I | forecast |
|---|---|
| you | forecast |
| he/she/it | forecasts |
| we | forecast |
| you | forecast |
| they | forecast |
| I | forecast |
|---|---|
| you | forecast |
| he/she/it | forecast |
| we | forecast |
| you | forecast |
| they | forecast |
| I | have | forecasted |
|---|---|---|
| you | have | forecasted |
| he/she/it | has | forecasted |
| we | have | forecasted |
| you | have | forecasted |
| they | have | forecasted |
| I | had | forecasted |
|---|---|---|
| you | had | forecasted |
| he/she/it | had | forecasted |
| we | had | forecasted |
| you | had | forecasted |
| they | had | forecasted |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.