Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
credibility [βρετ krɛdɪˈbɪlɪti, αμερικ ˌkrɛdəˈbɪlədi] ΟΥΣ
- credibility
-
-
- credibility
-
- credibility
στο λεξικό PONS
-
- credibility
credibility [ˌkred·ə·ˈbɪl·ə·t̬i] ΟΥΣ
- credibility
- crédibilité θηλ
-
- credibility
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.