Γερμανικά » Ελληνικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: sie , seit , sein και spät

I . sein <ist, war, gewesen> [zaɪn] VERB αμετάβ +sein

2. sein (existieren auch):

sie [ziː] ΠΡΟΣΩΠ ΑΝΤΩΝ

1. sie 3. πρόσ ενικ ονομ:

sie

2. sie 3. πρόσ ενικ:

sie αιτ

3. sie 3. πρόσ πλ ονομ:

sie

4. sie 3. πρόσ πλ αιτ:

sie

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский