

da·heim [daˈhaim] ΕΠΊΡΡ νοτιογερμ, A, CH (zu Hause)
Da·heim <-s> [daˈhaim] ΟΥΣ ουδ kein πλ νοτιογερμ, A, CH
- Daheim
-


PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.