στο λεξικό PONS
Be·sit·zer(in) <-s, -> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Ei·gen·tü·mer-Be·sit·zer-Ver·hält·nis ΟΥΣ ουδ ΝΟΜ
- Eigentümer-Besitzer-Verhältnis
-
- der unrechtmäßige Besitzer
-
-
- Besitzer(in) αρσ (θηλ) <-s, ->
-
- Besitzer-
-
- Besitzer(in) αρσ (θηλ) <-s, ->
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
-
- Besitzer(in) αρσ (θηλ)
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.