Oxford Spanish Dictionary
taught1 [αμερικ tɔt, βρετ tɔːt] παρελθ & παρελθ part teach
I. teach <παρελθ & μετ παρακειμ taught> [αμερικ titʃ, βρετ tiːtʃ] ΡΉΜΑ μεταβ
1. teach subject:
2. teach (cause to learn):
I. teach <παρελθ & μετ παρακειμ taught> [αμερικ titʃ, βρετ tiːtʃ] ΡΉΜΑ μεταβ
1. teach subject:
2. teach (cause to learn):
στο λεξικό PONS
I. teach [ti:tʃ] taught, taught ΡΉΜΑ μεταβ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.