Oxford Spanish Dictionary
I. irregular [αμερικ əˈrɛɡjələr, βρετ ɪˈrɛɡjʊlə] ΕΠΊΘ
1.2. irregular (in time):
2. irregular (contrary to rules):
5. irregular (substandard):
- irregular αμερικ
-
II. irregular [αμερικ əˈrɛɡjələr, βρετ ɪˈrɛɡjʊlə] ΟΥΣ
2. irregular <irregulars, pl > αμερικ ΕΜΠΌΡ:
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.