Oxford Spanish Dictionary
irregular ΕΠΊΘ
1.1. irregular:
1.2. irregular:
2. irregular ΝΟΜ:
3. irregular ΓΛΩΣΣ:
- irregular
- irregular
στο λεξικό PONS
irregular ΕΠΊΘ
1. irregular (desigual):
- irregular
- irregular
- irregular
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.