Oxford Spanish Dictionary
erratic [αμερικ əˈrædɪk, βρετ ɪˈratɪk] ΕΠΊΘ
- errático (errática)
- erratic
- errático (errática)
- erratic
-
- his erratic performance
- irregular rendimiento/asistencia
- erratic
στο λεξικό PONS
erratic [ɪ·ˈræt̬·ɪk] ΕΠΊΘ
1. erratic (inconsistent):
- erratic heartbeat
-
- erratic behavior
-
2. erratic (off-line):
- erratic
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.