στο λεξικό PONS
ˈthis·tle fun·nel ΟΥΣ ΧΗΜ
I. fun·nel [ˈfʌnəl] ΟΥΣ
II. fun·nel <βρετ -ll- [or αμερικ usu -l-]> [ˈfʌnəl] ΡΉΜΑ μεταβ
| I | funnel |
|---|---|
| you | funnel |
| he/she/it | funnels |
| we | funnel |
| you | funnel |
| they | funnel |
| I | funnelled / αμερικ funneled |
|---|---|
| you | funnelled / αμερικ funneled |
| he/she/it | funnelled / αμερικ funneled |
| we | funnelled / αμερικ funneled |
| you | funnelled / αμερικ funneled |
| they | funnelled / αμερικ funneled |
| I | have | funnelled / αμερικ funneled |
|---|---|---|
| you | have | funnelled / αμερικ funneled |
| he/she/it | has | funnelled / αμερικ funneled |
| we | have | funnelled / αμερικ funneled |
| you | have | funnelled / αμερικ funneled |
| they | have | funnelled / αμερικ funneled |
| I | had | funnelled / αμερικ funneled |
|---|---|---|
| you | had | funnelled / αμερικ funneled |
| he/she/it | had | funnelled / αμερικ funneled |
| we | had | funnelled / αμερικ funneled |
| you | had | funnelled / αμερικ funneled |
| they | had | funnelled / αμερικ funneled |
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγμένα από τη συντακτική ομάδα της PONS)
Αναζήτηση στο λεξικό
- thirsty
- thirteen
- thirteenth
- thirtieth
- thirty
- thistle funnel
- thither
- tho'
- Thomist
- thong
- thong sandal