στο λεξικό PONS
nomi·na·tive ˈab·so·lute ΟΥΣ ΓΛΩΣΣ
I. nomi·na·tive [ˈnɒmɪnətɪv, αμερικ ˈnɑ:mənət̬ɪv] ΟΥΣ
I. ab·so·lute [ˌæbsəˈlu:t] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. absolute (complete):
2. absolute προσδιορ (emphatic):
4. absolute also ΝΟΜ (unlimited):
6. absolute Η/Υ:
II. ab·so·lute [ˌæbsəˈlu:t] ΟΥΣ ΦΙΛΟΣ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.