Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. glacé (glacée) [ɡlase] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
glacé → glacer
II. glacé (glacée) [ɡlase] ΕΠΊΘ
1. glacé (très froid):
2. glacé ΜΑΓΕΙΡ (recouvert de glaçage):
3. glacé (intimidant):
I. glacer [ɡlase] ΡΉΜΑ μεταβ
1. glacer (transir):
3. glacer (intimider):
στο λεξικό PONS
glacé(e) [glase] ΕΠΊΘ
2. glacé ΜΑΓΕΙΡ:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.