Γερμανικά » Γαλλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: handeln και Handbohrer

I . handeln [ˈhandəln] ΡΉΜΑ αμετάβ

2. handeln (feilschen):

4. handeln (zum Thema haben):

III . handeln [ˈhandəln] ΡΉΜΑ μεταβ

Handbohrer ΟΥΣ αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina