Oxford Spanish Dictionary
bárbaro1 (bárbara) ΕΠΊΘ
2.1. bárbaro (imprudente):
2.2. bárbaro (animal):
3.1. bárbaro οικ (como intensificador):
bárbaro3 (bárbara) ΟΥΣ αρσ (θηλ)
1. bárbaro ΙΣΤΟΡΊΑ:
- los bárbaros
-
2. bárbaro οικ (bruto):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.