στο λεξικό PONS
Tier·ver·such <-(e)s, -e> ΟΥΣ αρσ
Scher·ver·such ΟΥΣ αρσ ΦΥΣ
Ver·suchs·feld <-(e)s, -er> ΟΥΣ ουδ ΓΕΩΡΓ, ΦΥΣ ΕΠΙΣΤ
Ver·suchs·lauf <-(e)s, -läufe> ΟΥΣ αρσ
Ver·suchs·be·trieb <-(e)s, -e-(e)s, ohne pl> ΟΥΣ αρσ ΕΜΠΌΡ
Ver·suchs·rei·he <-, -n> ΟΥΣ θηλ
ver·suchs·wei·se ΕΠΊΡΡ
Tierversuch ΟΥΣ
Versuchsflugzeug ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Tierversicherer ΟΥΣ αρσ ΑΣΦΆΛ
Tierversicherung ΟΥΣ θηλ ΑΣΦΆΛ
Versuchssaldo ΟΥΣ αρσ ΛΟΓΙΣΤ
Versuchszinssatz ΟΥΣ αρσ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
versteckte Versuchsperson phrase CTRL
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Versuchsfahrt ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ
Versuchsfeld
Versuchsanlage
Versuchsstrecke
Versuchspuppe ΟΔ ΑΣΦ
Großversuch ΠΑΡΑΚΟΛ ΤΗς ΚΥΚΛΟΦ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.