στο λεξικό PONS
Up <-s, -s> [ap] ΟΥΣ ουδ ΠΥΡΗΝ ΦΥΣ
- Up
- up
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Bottom-up ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
- Bottom-up (Optionsscheinform)
- bottom up
Bottom-up-Schein ΟΥΣ αρσ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.