στο λεξικό PONS
Sche·men1 <-s, ->
Schemen πλ: Schema
Sche·ma <-s, -ta [o. Schemen]> [ˈʃe:ma, πλ ˈʃe:mata, ˈʃe:mən] ΟΥΣ ουδ
1. Schema (gedankliches Konzept):
Sche·ma <-s, -ta [o. Schemen]> [ˈʃe:ma, πλ ˈʃe:mata, ˈʃe:mən] ΟΥΣ ουδ
1. Schema (gedankliches Konzept):
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.