

- Investitionen ουσ πλ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
-


-
- Investitionen pl


- hohe Investitionen ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-


-
- Gesamtwert ausländischer Investitionen
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.