στο λεξικό PONS
Hei·zungs·mon·teur(in) <-s, -e; -, -nen> ΟΥΣ αρσ(θηλ)
Re·ge·lungs·tech·nik <-, -en> ΟΥΣ θηλ kein πλ
Über·tra·gungs·tech·nik <-, -en> ΟΥΣ θηλ ΤΗΛ
Be·leuch·tungs·tech·nik <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Ent·span·nungs·tech·nik <-, -en> ΟΥΣ θηλ
Hei·zungs·an·la·ge <-, -n> ΟΥΣ θηλ
Hei·zungs·kel·ler <-s, -> ΟΥΣ αρσ
Hei·zungs·rohr <-(e)s, -e> ΟΥΣ ουδ
Seilzugangstechnik ΟΥΣ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
Finanzierungstechnik ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Messtechnik ΟΥΣ θηλ CTRL
Intranettechnik ΟΥΣ θηλ IT
Anlagetechnik ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
Modelliertechnik ΟΥΣ θηλ CTRL
Internettechnik ΟΥΣ θηλ IT
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Verkehrsleit-Technik ΕΠΙΚΟΙΝ
Verkehrstechnik
Verfahrenstechnik
Verkehrsleittechnik ΕΠΙΚΟΙΝ
Straßenheizung ΥΠΟΔΟΜΉ, ΟΔ ΑΣΦ
Umwelttechnik ΠΕΡΙΒ
Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
Ölsumpfheizung
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Μονόγλωσσα παραδείγματα (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Παραδείγματα από το διαδίκτυο (μη ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)
Αναζήτηση στο λεξικό
- Heizspiegel
- Heizspirale
- Heizstab
- Heizstrahler
- Heiztisch
- Heizungstechnik
- Heizwerk
- Heizwert
- Heizwiderstand
- Hektar
- Hektare
