στο λεξικό PONS
Be·nut·zung <-> ΟΥΣ θηλ, Be·nüt·zung ΟΥΣ θηλ ιδιωμ
1. Benutzung (Gebrauch):
2. Benutzung (das Fahren):
3. Benutzung (Verwertung):
- Benutzung
-
- Lizenzgebühr für die Benutzung
-
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
Benutzung ΔΗΜ ΣΥΓΚ
- Benutzung öffentlicher Verkehrsmittel
-
-
- Benutzung öffentlicher Verkehrsmittel
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.