fast-flowing [ˌfɑːstˈfləʊɪŋ, ˌfæst-] ΕΠΊΘ
scorrimento [skorriˈmento] ΟΥΣ αρσ
1. scorrimento (di liquidi, traffico):
2. scorrimento ΜΗΧΑΝΙΚΉ:
3. scorrimento (di nastro, pellicola):
4. scorrimento Η/Υ:
I. rapido [ˈrapido] ΕΠΊΘ
1. rapido:
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.