Oxford Spanish Dictionary
I. domestic [αμερικ dəˈmɛstɪk, βρετ dəˈmɛstɪk] ΕΠΊΘ
1.1. domestic (of the home):
1.2. domestic (home-loving):
flight [αμερικ flaɪt, βρετ flʌɪt] ΟΥΣ
1.1. flight U:
1.2. flight C (air journey):
2. flight C (group):
4.1. flight U (act of fleeing):
4.2. flight U ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
στο λεξικό PONS
I. domestic [dəˈmestɪk] ΕΠΊΘ
flight [flaɪt] ΟΥΣ
2. flight (group):
- flight of aircraft
- escuadrilla θηλ
3. flight (retreat):
I. domestic [də·ˈmes·tɪk] ΕΠΊΘ
flight [flaɪt] ΟΥΣ
2. flight (group):
- flight of aircraft
- escuadrilla θηλ
3. flight (retreat):
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.