Oxford Spanish Dictionary
science [αμερικ ˈsaɪəns, βρετ ˈsʌɪəns] ΟΥΣ
1. science U (in general):
I. domestic [αμερικ dəˈmɛstɪk, βρετ dəˈmɛstɪk] ΕΠΊΘ
1.1. domestic (of the home):
1.2. domestic (home-loving):
στο λεξικό PONS
I. science [ˈsaɪənts] ΟΥΣ χωρίς πλ
I. domestic [dəˈmestɪk] ΕΠΊΘ
I. science [ˈsaɪ·əns] ΟΥΣ
I. domestic [də·ˈmes·tɪk] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.