στο λεξικό PONS
ana·log ΟΥΣ ΕΠΊΘ αμερικ
analog → analogue
I. ana·logue, αμερικ ana·log [ˈænəlɒg, αμερικ -lɑ:g] ΟΥΣ
II. ana·logue, αμερικ ana·log [ˈænəlɒg, αμερικ -lɑ:g] ΕΠΊΘ
I. ana·logue, αμερικ ana·log [ˈænəlɒg, αμερικ -lɑ:g] ΟΥΣ
II. ana·logue, αμερικ ana·log [ˈænəlɒg, αμερικ -lɑ:g] ΕΠΊΘ
I. mod·el [ˈmɒdəl, αμερικ ˈmɑ:d-] ΟΥΣ
1. model (representation):
2. model (example):
3. model (perfect example):
4. model (mannequin):
5. model (for painter):
II. mod·el [ˈmɒdəl, αμερικ ˈmɑ:d-] ΟΥΣ modifier
III. mod·el <-ll-> [ˈmɒdəl, αμερικ ˈmɑ:d-] ΡΉΜΑ μεταβ
1. model (make figure):
2. model (on computer):
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.