στο λεξικό PONS
 
  
 all-pur·pose ˈflour ΟΥΣ no pl αμερικ (plain flour)
Be·gin·ner's All-Pur·pose Sym·bol·ic In·ˈstruc·tion Code ΟΥΣ Η/Υ
po·ta·to <pl -es> [pəˈteɪtəʊ, αμερικ -t̬oʊ] ΟΥΣ
 
  
 Uni·ver·sal·kle·ber <-s, -> ΟΥΣ αρσ
Uni·ver·sal·werk·zeug ΟΥΣ ουδ
All·zweck·cre·me <-, -s> ΟΥΣ θηλ
fest·ko·chend ΕΠΊΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
 
  
 Universalbank ΟΥΣ θηλ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
 
  
 all-purpose bank ΟΥΣ ΕΠΈΝΔ-ΧΡΗΜ
-  
-  Universalbank θηλ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
 
  
 all purpose trunk road βρετ ΥΠΟΔΟΜΉ
 
  
 PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.
