I. foot·ball [ˈfʊtbɔ:l] ΟΥΣ
II. foot·ball [ˈfʊtbɔ:l] ΟΥΣ modifier βρετ
football (celebrity, commentator, field, pitch, season, stadium):
- football
-
- football αμερικ
- Football-
as·so·cia·tion ˈfoot·ball ΟΥΣ no pl βρετ ΠΟΔΌΣΦ
- association football τυπικ
- Verbandsfußball αρσ
ˈfoot·ball boot ΟΥΣ βρετ
- football boot
-
ˈfoot·ball game esp αμερικ
- football game
- Footballspiel ουδ
ˈfoot·ball hoo·li·gan ΟΥΣ
- football hooligan
- Fußballrowdy αρσ
ˈfoot·ball match ΟΥΣ βρετ (soccer game)
- football match
-
ˈfoot·ball team ΟΥΣ βρετ
- football team
-
- football team αμερικ
- Footballteam ουδ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.