Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
hypocalorique [ipɔkalɔʀik] ΕΠΊΘ
II. minceur [mɛ̃sœʀ] ΟΥΣ θηλ
1. minceur:
2. minceur:
-
- meagreness βρετ
I. énergétique [enɛʀʒetik] ΕΠΊΘ
1. énergétique ΟΙΚΟΝ:
2. énergétique ΦΥΣΙΟΛ:
- énergétique aliment, produit
-
3. énergétique ΦΥΣ:
-
- energetics + ρήμα ενικ
II. énergétique [enɛʀʒetik] ΟΥΣ θηλ (science de l'énergie)
-
- energetics + ρήμα ενικ
στο λεξικό PONS
low-calorie ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.