to cut oneself στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia

Μεταφράσεις για to cut oneself στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

II.cut <forma in -ing cutting, παρελθ/μετ παρακειμ cut> [βρετ kʌt, αμερικ kət] ΡΉΜΑ μεταβ

1. cut (slice):

III.cut <forma in -ing cutting, παρελθ/μετ παρακειμ cut> [βρετ kʌt, αμερικ kət] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. cut:

cut → II, III, IV

Βλέπε και: IV

Μεταφράσεις για to cut oneself στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά (Μετάβαση προς Ιταλικά»Αγγλικά)

Μεταφράσεις για to cut oneself στο λεξικό Ιταλικά»Αγγλικά (Μετάβαση προς Αγγλικά»Ιταλικά)

Μεταφράσεις για to cut oneself στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

oneself [βρετ wʌnˈsɛlf, αμερικ ˌwənˈsɛlf] ΑΝΤΩΝ When used as a reflexive pronoun, direct and indirect, oneself is translated by si : to hurt oneself = farsi male; to enjoy oneself = divertirsi. - When used in emphasis the translation is o se stesso : to do something oneself = fare qualcosa da sé. - For particular usages see this entry.

1. oneself:

II.cut <forma in -ing cutting, παρελθ/μετ παρακειμ cut> [βρετ kʌt, αμερικ kət] ΡΉΜΑ μεταβ

1. cut (slice):

III.cut <forma in -ing cutting, παρελθ/μετ παρακειμ cut> [βρετ kʌt, αμερικ kət] ΡΉΜΑ αμετάβ

1. cut:

cut → II, III, IV

Βλέπε και: IV

to cut oneself στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για to cut oneself στο λεξικό Αγγλικά»Ιταλικά

1. cut:

taglio αρσ

1. cut:

who's going to cut the cards? ΠΑΙΧΝΊΔΙΑ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Български | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski