blinded στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για blinded στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

I.blind [βρετ blʌɪnd, αμερικ blaɪnd] ΟΥΣ Ce mot peut être perçu comme injurieux dans cette acception. Lui préférer visually handicapped ou visually impaired.

blind → eff

Βλέπε και: swear, rob, eff, bat

I.swear <απλ παρελθ swore; μετ παρακειμ sworn> [βρετ swɛː, αμερικ swɛr] ΡΉΜΑ μεταβ

1. swear ΝΟΜ:

I swear!, I swear it! τυπικ
jurer à qn que
to swear blind (that) οικ

II.swear <απλ παρελθ swore; μετ παρακειμ sworn> [βρετ swɛː, αμερικ swɛr] ΡΉΜΑ αμετάβ

rob <μετ ενεστ robbing; απλ παρελθ, μετ παρακειμ robbed> [βρετ rɒb, αμερικ rɑb] ΡΉΜΑ μεταβ

II.bat <μετ ενεστ batting; απλ παρελθ, μετ παρακειμ batted> [βρετ bat, αμερικ bæt] ΡΉΜΑ μεταβ

III.bat <μετ ενεστ batting; απλ παρελθ, μετ παρακειμ batted> [βρετ bat, αμερικ bæt] ΡΉΜΑ αμετάβ

at a terrific bat οικ βρετ
to go to bat for sb οικ αμερικ
appuyer qn οικ
(right) off the bat οικ αμερικ
like a bat out of hell οικ
without batting an eyelid βρετ or eye(lash) αμερικ

blinded στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για blinded στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

blinded Παραδείγματα από το λεξικό PONS (ελεγχόμενα από το λεξικογραφικό τμήμα)

to swear blind that ... βρετ οικ
Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "blinded" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski