porodníški στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για porodníški στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

1. joint ΑΝΑΤ:

to have stiff or aching joints προσδιορ problem, pain

1. shoulder ΑΝΑΤ:

épaule θηλ
to look (back) over one's shoulder κυριολ, μτφ

porodníški στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για porodníški στο λεξικό Αγγλικά»Γαλλικά

Βρετανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζητήστε "porodníški" σε άλλες γλώσσες


Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski