Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
 
  
 I. raide [ʀɛd] ΕΠΊΘ
1. raide (sans souplesse):
2. raide (à pic):
-  raide pente, escalier
-  
3. raide (exagéré) οικ:
4. raide (fauché):
-  raide οικ
-  broke οικ
5. raide (âpre) οικ:
-  raide boisson
-  
6. raide (scabreux) οικ:
-  raide plaisanterie, scène
-  
8. raide (inflexible):
-  raide παρωχ λογοτεχνικό
-  
II. raide [ʀɛd] ΕΠΊΡΡ
 
  
 στο λεξικό PONS
 
  
 I. raide [ʀɛd] ΕΠΊΘ
 
  
 I. raide [ʀɛd] ΕΠΊΘ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
