Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
médaille [medaj] ΟΥΣ θηλ
2. médaille (pièce):
- médaille
-
I. médaillé (médaillée) [medaje] ΡΉΜΑ μετ παρακειμ
médaillé → médailler
II. médaillé (médaillée) [medaje] ΕΠΊΘ
III. médaillé (médaillée) [medaje] ΟΥΣ αρσ (θηλ)
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.