στο Ιταλικό λεξικό Oxford-Paravia
mental health [ˌmentlˈhelθ] ΟΥΣ
1. mental health (of person):
health [βρετ hɛlθ, αμερικ hɛlθ] ΟΥΣ
1. health ΙΑΤΡ:
2. health μτφ:
3. health (in toasts):
4. health αμερικ → health education
I. mental [βρετ ˈmɛnt(ə)l, αμερικ ˈmɛn(t)l] ΕΠΊΘ
1. mental ΙΑΤΡ:
2. mental (of the mind):
3. mental (in one's head):
στο λεξικό PONS
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.