Oxford Spanish Dictionary
par [αμερικ pɑr, βρετ pɑː] ΟΥΣ U
1.1. par (equal level):
1.2. par (accepted standard):
2.2. par ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
par excellence [αμερικ ˌpɑr ˌɛksəˈlɑns, βρετ pɑːr ˈɛks(ə)l(ə)ns] ΕΠΊΘ τυπικ after ουσ
- par excellence
-
στο λεξικό PONS
par [pɑ:ʳ, αμερικ pɑ:r] ΟΥΣ χωρίς πλ
1. par (standard):
2. par ΑΘΛ (golfing term):
- par
- par αρσ
-
- par excellence
-
- par excellence
par [par] ΟΥΣ
1. par (standard):
2. par (in golf):
- par
- par αρσ
-
- par excellence
-
- par excellence
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.