Oxford Spanish Dictionary
I. left wing [αμερικ ˈlɛf(t) ˈˌwɪŋ, βρετ] ΟΥΣ
2.1. left wing ΑΘΛ (area):
izquierdismo ΟΥΣ αρσ
izquierdista1 ΕΠΊΘ
-
- leftist προσδιορ
ultraizquierdista ΟΥΣ αρσ θηλ
zurdo1 (zurda) ΕΠΊΘ
1.1. zurdo:
στο λεξικό PONS
I. izquierdista ΕΠΊΘ ΠΟΛΙΤ
II. izquierdista ΟΥΣ αρσ θηλ ΠΟΛΙΤ
I. progre [ˈpro·ɣre] ΕΠΊΘ οικ
partido [par·ˈti·do] ΟΥΣ αρσ
1. partido ΠΟΛΙΤ:
2. partido (grupo):
6. partido (determinación):
7. partido (provecho):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.