Oxford Spanish Dictionary
στο λεξικό PONS
I. Dutch [dʌtʃ] ΕΠΊΘ
- Dutch (from the Netherlands)
-
II. Dutch [dʌtʃ] ΟΥΣ
1. Dutch pl:
- the Dutch (people from the Netherlands)
-
2. Dutch ΓΛΩΣΣ:
- Dutch
-
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.