στο λεξικό PONS
operational mode ΟΥΣ
-
- Betriebsart θηλ
mode [məʊd, αμερικ moʊd] ΟΥΣ
1. mode (way):
2. mode (type):
- mode heat
-
3. mode Η/Υ, ΤΕΧΝΟΛ (operation):
4. mode ΓΛΩΣΣ:
-
- Aussageweise θηλ
5. mode no pl dated τυπικ (fashion):
7. mode (most frequent number in sample):
op·era·tion·al [ˌɒpərˈeɪʃənəl, αμερικ ˌɑ:pəˈreɪ-] ΕΠΊΘ αμετάβλ
1. operational (in business):
2. operational (functioning):
operational ΕΠΊΘ
operational ΕΠΊΘ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
operational ΕΠΊΘ ΜΆΡΚΕΤΙΝΓΚ
Ειδικό λεξιλόγιο PONS «Συγκοινωνίες»
mode
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.
Δεν υπάρχουν διαθέσιμα παραδείγματα προτάσεων
Δοκίμασε με μια άλλη καταχώριση.