fishy [ˈfɪʃi] ΕΠΊΘ
1. fishy (tasting of fish):
2. fishy (like fish):
- fishy
-
- fishy
-
3. fishy μειωτ οικ (dubious):
- fishy
-
- fishy
-
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.