Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
I. soft [βρετ sɒft, αμερικ sɔft] ΕΠΊΘ
1. soft (yielding, not rigid or firm):
2. soft (muted):
3. soft:
6. soft (lenient):
10. soft (cowardly):
- soft οικ
- trouillard οικ
II. soft [βρετ sɒft, αμερικ sɔft] ΕΠΊΡΡ
soft → softly
στο λεξικό PONS
soft [sɒft, αμερικ sɑ:ft] ΕΠΊΘ
1. soft (not hard):
3. soft (smooth):
8. soft (lenient):
soft [saft] ΕΠΊΘ
1. soft (not hard):
3. soft (smooth):
8. soft (lenient):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.