Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette
rift [βρετ rɪft, αμερικ rɪft] ΟΥΣ
1. rift:
rift valley ΟΥΣ
- rift valley
- rift αρσ
- rift
- rift valley
-
- rift (entre, de between)
- fossé d'effondrement ΓΕΩΛ
- rift valley
-
- rift
- vallée d'effondrement ΓΕΩΛ
- rift valley
-
- rift (de within)
στο λεξικό PONS
-
- rift
PONS OpenDict
Θέλεις να προσθέσεις μια λέξη, φράση ή μετάφραση;
Στείλε μας μια νέα καταχώριση για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα της PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στα αποτελέσματα.