Γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette


I. accessory [βρετ əkˈsɛs(ə)ri, αμερικ əkˈsɛs(ə)ri] ΟΥΣ
II. accessory [βρετ əkˈsɛs(ə)ri, αμερικ əkˈsɛs(ə)ri] ΕΠΊΘ προσδιορ (gen)
- accessory ΑΝΑΤ
-
στο λεξικό PONS








Λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA
-
- accessories
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.