Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια:

cher’—‘n'empêche στο γαλλικό λεξικό Oxford-Hachette

Μεταφράσεις για cher’—‘n'empêche στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

empêch|eur (empêcheuse) [ɑ̃pɛʃœʀ, øz] ΟΥΣ αρσ (θηλ)

Βλέπε και: empêcher

cher’—‘n'empêche στο λεξικό PONS

Μεταφράσεις για cher’—‘n'empêche στο λεξικό Γαλλικά»Αγγλικά

pêcheur (-euse) [pɛʃɛʀ, -øz] ΟΥΣ αρσ, θηλ

cher’—‘n'empêche Από το λεξιλόγιο «Κοινωνική ενσωμάτωση και ισότητα δυνατοτήτων» του Γαλλογερμανικού Γραφείου Νέων

cher’—‘n'empêche Από το λεξιλόγιο τεχνολογίας ψύξης της GEA Bock GmbH

Αμερικανικά Αγγλικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Γαλλικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Português | Русский | Slovenščina | Srpski