Oxford Spanish Dictionary
soft <softer softest> [αμερικ sɔft, βρετ sɒft] ΕΠΊΘ
1.1. soft (not hard):
2.3. soft (quiet):
2.4. soft:
3.1. soft (weak, lenient):
4.1. soft (easy) οικ:
6.2. soft evidence:
6.3. soft (unstable) ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
στο λεξικό PONS
soft [sɒft, αμερικ sɑ:ft] ΕΠΊΘ
1. soft (not hard):
2. soft (smooth):
soft [sɔft] ΕΠΊΘ
1. soft (not hard):
2. soft (smooth):
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.