στο λεξικό PONS
in·ter·im cer·ˈtifi·cate ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΟΠ
cer·tifi·cate [səˈtɪfɪkət, αμερικ sɚˈ-] ΟΥΣ
1. certificate:
2. certificate ΚΙΝΗΜ:
I. in·ter·im [ˈɪntərɪm, αμερικ -t̬ɚ-] ΟΥΣ
1. interim no pl (meantime):
2. interim ΧΡΗΜΑΤΙΣΤ:
-  interims pl
 -  
 
II. in·ter·im [ˈɪntərɪm, αμερικ -t̬ɚ-] ΕΠΊΘ προσδιορ, αμετάβλ
Τραπεζική, χρηματική και ασφαλιστική ορολογία PONS
interim certificate ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ
certificate ΟΥΣ ΧΡΗΜΑΤΑΓ, ΟΙΚΟΝ ΔΊΚ
PONS OpenDict
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Στείλτε μας ένα νέο λήμμα για το PONS OpenDict. Οι προτάσεις ελέγχονται από τη συντακτική ομάδα του PONS και στη συνέχεια περιλαμβάνονται στο PONS OpenDict.
Δεν υπάρχουν παραδειγματικές προτάσεις.
Δοκιμάστε ένα άλλο λήμμα.